Η επιστήμη του χωρισμού

Category: Sex
H επιστήμη του χωρισμού

Η πιο ζεστή αγάπη έχει το πιο παγερό τέλος. Κι όταν έρχεται ο πόνος της απώλειας, μπορεί να σε οδηγήσει στην απόγνωση. Οι επιστήμονες όμως αποκωδικοποιούν τον πόνο του χωρισμού και σε καθησυχάζουν ότι μπορείς να ξεπεράσεις τα πάντα.

«Δεν φταις εσύ» μου είπε. «Απλώς το timing δεν είναι σωστό, σε γνώρισα σε λάθος φάση της ζωής μου…». Αυτά είναι τα μόνα λόγια που συγκράτησα μέσα από ένα χείμαρρο απολογιών, γεμάτο κλισέ και τυπικότητες, που δεν περίμενα ποτέ να βγουν από το στόμα ενός ανθρώπου, που μέχρι χτες ένιωθα τόσο κοντά μου. Είχα κυριολεκτικά μείνει μαλάκας. Ενιωθα αποσυντονισμένος και μουδιασμένος. Για την ακρίβεια, ένιωθα λες και με είχε χτυπήσει νταλίκα.

Η Στέλλα έφυγε από το εστιατόριο αμέσως μόλις έριξε τη βόμβα. Μετά από ώρα κατάφερα να σταθώ στα πόδια μου. Βγήκα έξω κι άρχισα να περιφέρομαι άσκοπα στους δρόμους επί ώρες, χαμένος στον κόσμο μου.

Είχαμε γνωριστεί ένα χρόνο πριν σε μία διάλεξη στο Μέγαρο Μουσικής. Στις προηγούμενες σχέσεις μου, το σεξ ήταν μία απολαυστική διασκεδαστική εμπειρία, κάτι σαν μία ξέφρενη διαδρομή με το τρενάκι στο λούνα παρκ. Δυστυχώς, όμως, ο ενθουσιασμός χανόταν σταδιακά, καθώς μάθαινα και συνήθιζα όλες τις στροφές και κατηφόρες της «διαδρομής». Με τη Στέλλα δεν έγινε το ίδιο. Κάπου στους έξι μήνες της σχέσης μας το συνειδητοποίησα: δεν κάναμε πια σεξ, κάναμε έρωτα, ένας όρος που έως τότε πίστευα ότι ήταν επινόηση των συγγραφέων ρομάντζων. Καθώς περνούσε ο χρόνος και φτάσαμε στην πρώτη μας επέτειο ένιωθα ότι μαζί της είχα δεθεί περισσότερο απ’ ό,τι με οποιοδήποτε άλλο πλάσμα στο παρελθόν. Κοιτάζοντας προς τα πίσω, στο παρελθόν, τώρα αντιλαμβάνομαι ότι δεν θα μπορούσε να υπάρχει καλύτερο σκηνικό για την απόλυτη καταστροφή.

Την τελευταία δεκαετία, εξελικτικοί ψυχολόγοι, νευροεπιστήμονες και φαρμακευτικοί ερευνητές έριξαν όλοι από την πλευρά τους νέο φως στο μυστήριο του πόνου του χωρισμού. Οι δυνάμεις που δένουν δύο ανθρώπους είναι πολύ ισχυρές, αλλά ο πόνος από τον τερματισμό ενός έρωτα είναι ακόμα πιο ισχυρός, ένα τραύμα στο μυαλό και το σώμα, το οποίο σε αρκετές περιπτώσεις δεν διαφέρει και πολύ από μια ψυχική ασθένεια.

Για παράδειγμα, σε μελέτη του Journal of Personality and Social Psychology, οι ερευνητές ανακάλυψαν ότι από τα 114 άτομα που είχαν βιώσει ερωτική απόρριψη, τις 8 εβδομάδες πριν από τη διεξαγωγή της μελέτης, το 40% ήταν ακόμη κλινικά σε κατάθλιψη – και μάλιστα το 12% σε μέτρια έως βαριά κατάθλιψη. «Ο πόνος από την απώλεια του έρωτα είναι ένα από τα πιο τραυματικά γεγονότα που μπορεί να βιώσει ένας άνθρωπος» λέει ο David Buss, Ph.D., συγγραφέας του The Evolution of Desire: Strategies of Human Mating. «Το μέγεθος του ψυχολογικού πόνου είναι μεγαλύτερο μόνο σε πραγματικά φρικιαστικά γεγονότα, όπως η απώλεια ενός παιδιού».

Το τέλος μιας μακροχρόνιας σχέσης μπορεί να είναι εξαιρετικά τραυματικό, ειδικά για έναν άντρα, η σύντροφος του οποίου τον απατά, του ανακοινώνει στα καλά καθούμενα ότι θέλει διαζύγιο ή πεθαίνει. Οι ερευνητές ανακάλυψαν ότι η μαζική έκκριση ορμονών του στρες, που συνήθως συνοδεύουν τέτοια γεγονότα, μπορούν να αποδυναμώσουν την καρδιά, ένας λόγος για τον οποίο επιστήμονες και κοινοί θνητοί αποκαλούν αυτό το φαινόμενο ως Σύνδρομο της Ραγισμένης Καρδιάς.

Ακόμα κι αν η καρδιά δεν ραγίζει κυριολεκτικά, ο πόνος της ερωτικής απογοήτευσης μπορεί να αποδειχθεί θανάσιμος με πολλούς άλλους τρόπους. Το ποσοστό αυτοκτονίας των αντρών που έχουν βιώσει ερωτική απόρριψη είναι από τρεις έως τέσσερις φορές μεγαλύτερο σε σχέση με αυτό των εγκαταλειμμένων γυναικών. Αν λάβουμε δε υπόψη το συνδυασμό θλίψης και αλκοόλ, σίγουρα οδηγεί στο θάνατο ορδές αντρών σε αυτοκινητικά δυστυχήματα, καβγάδες και παρόμοια περιστατικά, ακόμα κι αν το πιστοποιητικό θανάτου τους δεν αναφέρει τη λέξη αυτοκτονία. Αραγε, όμως, γιατί ο χωρισμός πονάει τόσο πολύ; Για να έχεις την απάντηση, πρέπει πρώτα να αντιληφθείς τι είναι αυτό που χάνεις στην πραγματικότητα.

Περί λαγνείας, έλξης και δεσμού

Ο έρωτας μπορεί να μοιάζει ως μοναδική δύναμη, όμως οι ειδικοί γνωρίζουν πλέον ότι είναι τρεις οι ενστικτώδεις παρορμήσεις, που κεντρίζουν την ανάγκη μας να αποκτήσουμε σύντροφο. Καθένας από αυτούς τους ανεξάρτητους μαριονετοπαίκτες καθοδηγεί τις πράξεις μας, μέσω διάφορων νευροδιαβιβαστών κι άλλων διεργασιών του εγκεφάλου μας.

Το πιο αρχέγονο από αυτά τα ένστικτα είναι η λαγνεία, η οποία μας ωθεί να επιδιώξουμε να κάνουμε σεξ με διάφορους συντρόφους. Η λαγνεία τροφοδοτείται κυρίως από την τεστοστερόνη, τόσο στους άντρες όσο και στις γυναίκες. Η λειτουργική μαγνητική τομογραφία (ΜRI) έχει δείξει ότι είναι δύο οι περιοχές του εγκεφάλου, που συνδέονται άμεσα με αυτήν την πρόστυχη ορμόνη: ο υποθάλαμος, βαθιά μες στον αρχέγονο ερπετοειδή εγκέφαλο, και η γειτονική αμυγδαλή, που είναι το κλειδί στην επεξεργασία και μνήμη των έντονων συναισθημάτων.

Το δεύτερο και πιθανότατα πιο ισχυρό κίνητρο για την αναπαραγωγή είναι γνωστό ως «έλξη» σε πτηνά και θηλαστικά και ως «έρωτας» στο ανθρώπινο είδος. Σε αντίθεση με τη «λαγνεία», που επιτάσσει «αναπαράξου-με-όποιον-να ’ναι», ο έρωτας είναι ένα σύστημα που εστιάζει τις ενέργειές μας ειδικά κι εξατομικευμένα στον επιλεγμένο σύντροφο. Είναι, με λίγα λόγια, αυτό που νιώθουμε όταν συναντούμε «τη μία και μοναδική» και μας καρφώνεται στο μυαλό η ιδέα να την κάνουμε δική μας. Από βιολογική σκοπιά πρόκειται για ένα ιδιαίτερα εξελιγμένο ένστικτο, που μας κάνει να επικεντρώνουμε το ενδιαφέρον μας στο τρόπαιο και μας εμποδίζει να σπαταλάμε χρόνο κι ενέργεια σε υποδεέστερες εναλλακτικές.

Μελέτες με νευροαπεικόνιση γυναικών και αντρών που είναι «τρελά ερωτευμένοι» έδειξαν ιδιαίτερα αυξημένη δραστηριότητα στην περιοχή του εγκεφάλου, που είναι γνωστή ως κοιλιακό καλυπτρικό πεδίο (ΚΚΠ). «Πρόκειται για μία πολύ πρωτόγονη περιοχή του εγκεφάλου, που εμφανίστηκε στα πρώιμα στάδια της εξέλιξης» λέει η Lucy Brown, Ph.D., ερευνήτρια-νευροεπιστήμονας στο Albert Einstein College of Medicine στη Νέα Υόρκη. Τα κύτταρα του ΚΚΠ παράγουν και διανέμουν ντοπαμίνη, μία ορμόνη καίριας σημασίας ως προς το κίνητρο και την επιβράβευση. Η ντοπαμίνη μας ωθεί στο να αναζητήσουμε φαγητό, νερό, σεξ κι έρωτα – κι όταν η προσπάθειά μας έχει αποτέλεσμα, μας επιβραβεύει. «Η ντοπαμίνη» λέει η Brown «φαίνεται ότι μεταφέρει ένα βασικό μήνυμα όταν ο έρωτας βρίσκει ανταπόκριση: “αυτό είναι καλό” μας λέει “είναι το κλειδί για την επιβίωσή μας”».

Το τρίτο σύστημα λέγεται «δεσμός» στα ζώα και «συντροφική αγάπη» στους ανθρώπους. Παρόλο που δεν είναι εξίσου δυναμική όσο οι πρώτες δύο, αυτή η παρόρμηση παίζει ζωτικό ρόλο στην εδραίωση των συναισθηματικών δεσμών, που είναι σημαντικοί για τη γονική φροντίδα. Στα παραμύθια, ο «δεσμός» είναι το «ζήσαμε εμείς καλά κι αυτοί καλύτερα». Στην πραγματική ζωή ξεφτίζει όταν τα παιδιά μεγαλώσουν.

Ο «δεσμός» δεν δημιουργείται από τη μια στιγμή στην άλλη, αλλά είναι μία σταδιακή διεργασία, την οποία φαίνεται να ευνοούν δύο άλλες ορμόνες, που εκκρίνονται στον εγκέφαλο με την οικειότητα: η οξυτοκίνη, που αποκαλείται και «χημική ουσία της αγκαλιάς», και η βαζοπρεσίνη, ένα αγχολυτικό πεπτίδιο που προς το παρόν δεν έχει κανένα πιασάρικο παρατσούκλι.

Σε μια προσπάθεια να διασαφηνίσει τι ακριβώς συμβαίνει όταν ο «δεσμός» σπάσει, ο Todd Ahern, Ph.D., νευροεπιστήμονας ερευνητής στο Yerkes National Primate Research Center στην Ατλάντα, εξέτασε τις συνέπειες πάνω στη συμπεριφορά του αρσενικού μίκρωτου της σαβάνας, ένα ιδιαίτερα κοινωνικό τρωκτικό, γνωστό για τις μονογαμικές του συνήθειες μετά από μία άξαφνη απομάκρυνση του ταιριού του. «Τα αρσενικά -που παρέμειναν με τις θηλυκές συντρόφους τους- έδειξαν κανονική συμπεριφορά στα τεστ που χρησιμοποιούμε ως μοντέλα κατάθλιψης» λέει. «Ομως τα αρσενικά των οποίων οι αγαπημένες απήχθησαν δεν τα πήγαν και τόσο καλά». Οταν οι εγκαταλειμμένοι μίκρωτοι έλαβαν μία ουσία, που αντισταθμίζει πιθανή έκκριση στρεσογόνας ορμόνης, η επίδοσή τους βελτιώθηκε. Αντιθέτως, οι μίκρωτοι που δεν έχασαν τις συντρόφους τους δεν έδειξαν καμία μεταβολή στις επιδόσεις τους. Το συμπέρασμα, λέει ο Ahern, είναι ότι οι συνέπειες του χωρισμού έχουν δύο συνιστώσες: στερεί από το αρσενικό τις αγχολυτικές ουσίες, όπως η οξυτοκίνη, κι αυξάνει το επίπεδο των στρεσογόνων ορμονών. Το αποτέλεσμα είναι να πληγωθούν και σε ορισμένες περιπτώσεις να πέσουν σε κατάθλιψη.

Οσο εντυπωσιακά κι αν είναι αυτά τα ευρήματα, οι ερευνητές παραδέχονται ότι μόλις άρχισαν να εξιχνιάζουν τις μεταβαλλόμενες αλληλεπιδράσεις των γονιδίων, των χημικών ουσιών του εγκεφάλου και των νευρικών διεργασιών που εμπλέκονται. «Ο έρωτας είναι σαν μία σούπα μες στον εγκέφαλο» λέει η Helen Fisher, Ph.D., καθηγήτρια ανθρωπολογίας στο Rutgers University κι επιφανής ερευνήτρια της βιολογίας του έρωτα «κι απέχουμε πολύ από το να ξέρουμε όλα τα συστατικά της».

Ισως αν η Στέλλα με είχε παρατήσει νωρίτερα στη σχέση μας, ο πόνος μου να είχε διαφορετική μορφή. Το μόνο που ξέρω σίγουρα είναι ότι τα συστατικά στη δική μου εγκεφαλική σούπα έβραζαν για τα καλά τη μέρα που με άφησε μόνο με τη χύτρα ταχύτητάς μου.

Τις ημέρες, τις εβδομάδες και τους μήνες, που ακολούθησαν τη σφαγή του Αγίου Βαλεντίνου, δύσκολα μπορώ να πω τι με πονούσε περισσότερο. Από άποψη διάθεσης, μια ατέλειωτη απόγνωση εναλλασσόταν με έντονες κρίσεις άγχους, που από κοινού έκαναν σχεδόν αδύνατο το να κοιμηθώ ή να φάω. Το να μιλάω γι’ αυτά τα συναισθήματα τροφοδοτούσε το μυαλό μου με ενοχλητικές σκέψεις και εικόνες που δεν με άφηναν σε ησυχία μέρα-νύχτα.

Όταν μου ερχόταν στο μυαλό η εικόνα της Στέλλας να κάνει σεξ με κάποιον άλλον, με καταλάμβανε θυμός και φαντασιωνόμουν σχέδια εκδίκησης. Αλλες φορές, πάλι, ξαφνικά ξαναζούσα αναμνήσεις με τις πιο γλυκές, τις πιο αγαπησιάρικες κι ευάλωτες στιγμές της. Η παρόρμηση να ξαναπάρω τη Στέλλα στην αγκαλιά μου και να την κάνω και πάλι ευτυχισμένη έγινε, αν μη τι άλλο, το χειρότερο βασανιστήριο. Οταν απαριθμούσα τα καλά στοιχεία της, προσπαθούσα μάταια να τα υποβαθμίσω βάζοντας δίπλα τους τα ελαττώματά της. Στο τέλος, το μόνο που κατάφερνα είναι να την κάνω να μοιάζει ακόμα πιο ανθρώπινη και ποθητή. Η ψυχαναγκαστική απόγνωση μπορεί να γίνει απίστευτα εφευρετική κι έχει τη μοναδική ικανότητα να γνωρίζει τι είναι το χειρότερο που μπορεί να ακούσει εκείνος που υποφέρει. Είναι σαν να βρίσκεσαι παγιδευμένος σε ένα κουτί με ένα μεγάφωνο, το οποίο μεγεθύνει την ίδια τη φωνή σου και σου επαναλαμβάνει συνεχώς τις αδυναμίες σου. Δεν μπορούσα να κάνω τίποτε για να με κάνω να βγάλω το σκασμό.

Παράλληλα σε όλα αυτά βίωνα και τα εφιαλτικά παραληρήματα ενός εθισμένου. Εψαχνα να βρω τη δόση μου από Στέλλα σχεδόν παντού: μία τζούρα από το άρωμα της, μια βόλτα στο στέκι μας, τραγούδια που ακούγαμε μαζί. Δεν μπορούσα να ξεφύγω ούτε στον ύπνο μου – έβλεπα τα ίδια επαναλαμβανόμενα όνειρα, ότι δεν είχε φύγει, ότι ήταν ακόμη εκεί, όνειρα που μετατρέπονταν σε εφιάλτη μόλις ξυπνούσα.

Μετά από δύο μήνες είπα στον εαυτό μου να δοκιμάσει να αντικαταστήσει τη Στέλλα με μια άλλη γυναίκα. Η κοπέλα ήταν ευγενική και όμορφη, αλλά η μυρωδιά της -όσο γλυκιά κι αν ήταν- μου έφερνε αηδία. Οταν με αγκάλιαζε, με το ζόρι κρατιόμουν μην τα βγάλω πάνω της. Δεν ήταν η Στέλλα κι αυτό ήταν κάτι που δεν μπορούσα να το αποδεχτώ.

Όταν ήμασταν με τη Στέλλα, τη γούσταρα για τη χαρά που έφερνε στη ζωή μου. Στην απουσία της, η χαρά έμοιαζε να έχει πάει περίπατο. Το μόνο που ζητούσα από εκείνη πια ήταν να διώξει τον πόνο.

Εύκολα μπορεί να αντιληφθεί κανείς γιατί η φυσική επιλογή ευνόησε την ικανότητα των προγόνων μας να νιώθουν τις χαρές του έρωτα, αυτό δηλαδή που η Fisher αποκαλεί «όπιο μυαλού και σώματος». Αυτό που γίνεται δύσκολο να καταλάβουμε είναι το γιατί μεταλαμπαδεύθηκε αυτή η ικανότητα του να υποφέρουμε μετά από μια ερωτική απογοήτευση.

«Όπως η εξέλιξη εγκατέστησε μηχανισμούς επιβράβευσης, που πλημμυρίζουν τον εγκέφαλό μας με ευχαρίστηση όταν επιτυγχάνουμε στον έρωτα» εξηγεί o Buss «έτσι μας έχει εξοπλίσει με εγκεφαλικά βραχυκυκλώματα, που επιφέρουν επίπονο ψυχολογικό πόνο όταν αποτυγχάνουμε».

Εκ πρώτης όψεως, αυτό δεν βγάζει και πολύ νόημα. Με δεδομένο το πόσο μας αποδιοργανώνει ο πόνος μιας ερωτικής απογοήτευσης, δεν θα ήμασταν καλύτερα αν είχαμε κληρονομήσει τα γονίδια της ανάκαμψης, που θα μας έκαναν να αντεπεξέλθουμε στην απόρριψη και να συνεχίσουμε με τη ζωή μας – σαν να μη συνέβη τίποτε; Οπως κάθε πληγωμένο θύμα του έρωτα αναρωτιέται χωρίς να παίρνει απάντηση, τι καλό μπορεί να βγει μέσα από έναν τόσο μεγάλο πόνο;

«Υπάρχει μία ανακλαστική προκατάληψη που έχουμε ότι μόνο οι ευχάριστες καταστάσεις είναι εξελικτικές, ενώ τα πράγματα που μας κάνουν να νιώθουμε άσχημα είναι παθολογικά» λέει ο Matthew C. Keller, Ph.D., επίκουρος καθηγητής ψυχολογίας στο Πανεπιστήμιο του Κολοράντο. «Υπάρχουν, όμως, στην πραγματικότητα πολλές δυσάρεστες καταστάσεις (πόνος, πυρετός, ναυτία, διάρροια) που δεν μας κάνουν να νιώθουμε ωραία, αλλά είναι σίγουρα εξαιρετικά εξελικτικές».

Διαμαρτυρία και παραίτηση

Στο βιβλίο A General Theory of Love, τρεις ερευνητές-ψυχίατροι λένε ότι η ερωτική απόρριψη επιφέρει μια αντίδραση, που αναπτύσσεται σε δύο στάδια για τους ανθρώπους, όπως και για πολλά άλλα θηλαστικά. Στη διάρκεια του πρώτου σταδίου, της διαμαρτυρίας, ο εγκέφαλός μας καταλαμβάνεται από υπερβάλλουσα ντοπαμίνη, νορεπινεφρίνη κι άλλες παρόμοιες διεγερτικές ουσίες, που μας κάνουν πιο εμμονικούς, ενεργητικούς και πιο παράφορα ερωτευμένους από ποτέ. Αυτή η «απεγνωσμένη έλξη» μας κάνει να θέλουμε απελπισμένα να κερδίσουμε ξανά το αγαπημένο μας πρόσωπο.

«Είναι λογικό ότι, όταν κάτι έχει τεράστια σημασία για εμάς, δεν το εγκαταλείπουμε έτσι απλά» λέει ο Arthur Aron, καθηγητής κοινωνικής ψυχολογίας στο Stony Brook University.

Με τη βοήθεια της λειτουργικής μαγνητικής τομογραφίας, ο Aron, η Fisher και η Brown άρχισαν να αποκαλύπτουν τις αδυσώπητες νευρικές διεργασίες, που παρακινούν αυτές τις προσπάθειες. Οι πρώιμες τομογραφίες των εθελοντών -που ήταν «πραγματικά, τρελά, βαθιά» ερωτευμένοι- έδειξαν εγκεφαλικές δραστηριότητες, που θυμίζουν τις δραστηριότητες του εγκεφάλου κάποιου που μόλις πήρε την κόκα του. Η μεταγενέστερη μελέτη πληγωμένων, φρεσκοχωρισμένων ατόμων, που ακόμη δήλωναν ερωτευμένοι με τους πρώην συντρόφους τους, έδειξαν και πάλι εγκεφαλική δραστηριότητα στις ίδιες βασικές περιοχές που συνδέονται με τον εθισμό. Ομως υπήρχε μία μικρή μετατόπιση σε περιοχές που έχουν συνδεθεί με τους παθολογικούς τζογαδόρους, που περιμένουν τη μεγάλη μπάνκα.

Με άλλα λόγια, φαίνεται ότι καταλήγουμε τόσο απελπισμένοι όσο ένας ναρκομανής με σύνδρομο στέρησης. Για λίγο, τουλάχιστον, λέει η Fisher, οι νευρώνες που έχουν συνηθίσει στα χημικά οφέλη του έρωτα γίνονται ακόμα πιο ενεργοί όταν αυτά τα οφέλη καθυστερούν. Το σύστημα αυτοκαταστέλλεται μόνο όταν η «τζούρα» δεν έρχεται ποτέ και τότε η απόγνωση του δεύτερου σταδίου του πόνου του χωρισμού, η παραίτηση, κάνει την εμφάνισή της.

Με την εγκατάλειψη της ελπίδας συχνά έρχεται πακέτο η έντονη απαισιοδοξία και οι αυτοκατηγορίες για το πόσο σκατά τα κάναμε. Παρόλο που δεν είναι κι ό,τι πιο ευχάριστο σε εκείνη τη φάση, οι εξελικτικοί βιολόγοι πιστεύουν ότι αυτή η αναπόδραστη ενδοσκόπηση είναι απαραίτητη, ώστε να μάθουμε μέσα από την απώλειά μας. «Οταν βιώσεις μία ιδιαίτερα αρνητική εμπειρία» λέει ο Keller «είναι στην πραγματικότητα ανθυγιεινό το να είσαι αισιόδοξος. Ο πόνος και οι εμμονές του χωρισμού μάς αναγκάζουν να κοιτάξουμε προς τα πίσω και να αναλύσουμε τα γεγονότα, να επανεξετάσουμε τις στρατηγικές και τα λάθη μας, πριν πάρουμε φόρα και φάμε πάλι τα μούτρα μας».

Αλλο ένα χαρακτηριστικό γνώρισμα αυτού του σταδίου: το κλάμα. Τα δάκρυα από συναισθηματική φόρτιση συνδέονται με το λεμφικό σύστημα του εγκεφάλου, το κέντρο ελέγχου των συναισθημάτων. Κανείς δεν γνωρίζει στα σίγουρα τι σημαίνει αυτό, ούτε καν αν το κλάμα είναι θεραπευτικό. Μελέτη του Πανεπιστημίου της Νότιας Φλόριντα, το 2008, ωστόσο, έδειξε ότι σχεδόν το 90% των ενηλίκων που έλαβαν μέρος στην έρευνα απάντησαν ότι το κλάμα τους προσφέρει έως ένα βαθμό ανακούφιση από τη θλίψη τους.

Τα δάκρυα ίσως παίζουν κι άλλον ένα ρόλο: είναι το σινιάλο προς τους φίλους κι αγαπημένους σου ότι χρειάζεσαι τη στήριξή τους. «Ερευνες έχουν δείξει» λέει ο Keller «ότι το κλάμα προκαλεί τη συμπάθεια των φίλων, τους κάνει να θέλουν να βοηθήσουν το άτομο που υποφέρει».

Ισως το πιο ακατανόητο από όλα τα συμπτώματα του χωρισμού είναι η δραματική μείωση του βάρους, που, απ’ ό,τι φαίνεται, κατά έναν περίεργο λόγο χτυπάει κυρίως τους άντρες παρά τις γυναίκες. Μία σημαντική θεωρία λέει ότι επέτρεπε στους προγόνους μας να μπορέσουν να επιβιώσουν με μειωμένες προμήθειες όσο ήταν ακόμη καταβεβλημένοι από τη θλίψη. Στα προϊστορικά χρόνια, το κυνήγι ήταν σίγουρα μία επικίνδυνη ασχολία, που απαιτούσε πλήρη συγκέντρωση. Με τη θολούρα της ερωτικής απόρριψης, η απώλεια όρεξης μπορεί να ήταν κατά κάποιον τρόπο μία στρατηγική επιβίωσης: χάσε μερικά κιλά, αλλά όχι και τη ζωή σου. Για όλους εμάς -που έχουμε την τάση να παίρνουμε βάρος κατά την ευδαιμονία μας- δεν υπάρχει τίποτα όπως η απώλεια του έρωτα που θα μας ξαναβάλει στο δρόμο της απώλειας βάρους.

«Ποτέ δεν γνωρίζει η αγάπη το πραγματικό βάθος της έως στην ώρα του χωρισμού» έγραψε ο Χαλίλ Γκιμπράν. Για την περίπτωσή μου, η ποίηση του Philip Milito είναι ακόμα πιο ταιριαστή: «Επιθυμούμε με τον ίδιο τρόπο που ένας δύο φορές δηλητηριασμένος σκύλος αντικρίζει ένα τρίτο κομμάτι κρέας».

Αυτή η πείνα υπερνικούσε την ικανότητά μου να αντισταθώ πιο πολλές φορές απ’ όσες θυμάμαι. Μερικές φορές έπαιρνα τη Στέλλα στο τηλέφωνο αργά το βράδυ, με την ελπίδα ότι δεν θα παρατηρούσε το μεθυσμένο τραύλισμά μου. Τις πρώτες φορές που την πήρα απάντησε και ακουγόταν, τα πρώτα ένα δύο λεπτά, σχεδόν ευγενική μαζί μου. Ξανάλεγε τα ίδια, ότι δεν είχε κάτι μαζί μου, αλλά ότι οι δυο μας συναντηθήκαμε σε λάθος φάση της ζωής μας.

Από κει κι ύστερα πήγαινε από το κακό στο χειρότερο. Της ζητούσα όσο πιο ήρεμα μπορούσα να μου δώσει δεύτερη ευκαιρία και όταν απαντούσε όχι, επέμενα με όλη την απόγνωσή μου. Κάθε φορά το σκηνικό τελείωνε με τον ίδιο εξευτελισμό: εμένα να παρακαλάω με δάκρυα στα μάτια κι εκείνη να παραμένει ήρεμη κι αμετακίνητη. Τελικά, κάποια στιγμή σταμάτησε ολότελα να απαντάει στο τηλέφωνο.

Με την εξαίρεση των αντικαταθλιπτικών, τα οποία σε κλινικές μελέτες φάνηκαν να μειώνουν τα βαριά συμπτώματα ερωτικής απογοήτευσης σε ορισμένους ασθενείς, οι σύγχρονοι ερευνητές ομολογούν ότι δεν έχουν προσθέσει τίποτα επαναστατικό στη σωρευτική γνώση τόσων αιώνων. Αυτό που όμως έχει προκύψει στο εργαστήριο είναι μια καλύτερη κατανόηση του ποια από τις παλιές στρατηγικές έχει τα καλύτερα αποτελέσματα και γιατί.

Ας πάρουμε, για παράδειγμα, μία τακτική που υπάρχει εδώ και χιλιάδες χρόνια, αλλά μόλις πρόσφατα κωδικοποιήθηκε στα εγχειρίδια αυτοβοήθησης ως ο κανόνας της «καθόλου επαφής». Η ιδέα είναι πολύ απλή: να μην έχεις απολύτως καμία επαφή με οτιδήποτε έχει να κάνει με την πρώην αγαπημένη σου. Σε πολλούς ερωτοχτυπημένους, η συμβουλή αυτή βγάζει πολύ νόημα, τουλάχιστον στις στιγμές που επικρατεί η λογική. Ομως, στη συνέχεια, τα αισθήματα παίρνουν τον έλεγχο ωθώντας σε προς την ακριβώς αντίθετη κατεύθυνση. Οπότε, ποιο είναι αυτό που πρέπει να ακούς: το μυαλό ή την καρδιά;

Το μυαλό, λέει η Fisher, χωρίς δισταγμό. «Πρέπει να αντιμετωπίσεις την ερωτική απογοήτευση ως εθισμό, εφόσον πρόκειται περί εθισμού» εξηγεί. «Αυτό σημαίνει καμία επικοινωνία, όχι τηλεφωνήματα, όχι γράμματα, όχι να τσεκάρεις τη σελίδα της στο Facebook, όχι να πηγαίνεις στο γυμναστήριο, μήπως -τάχα- τυχαία τη συναντήσεις εκεί».

Επίσης, απόρριψε την πρόταση της πρώην να παραμείνετε φίλοι. «Αν το πρόσωπο που σε παράτησε θέλει να παραμείνετε φίλοι» λέει η Fisher «πες της εντάξει, αλλά σε τρία χρόνια! Προς το παρόν, χρειάζεσαι χρόνο και χώρο για να την ξεπεράσεις».

Είτε το διάστημα απεξάρτησής σου διαρκέσει τρία χρόνια ή τρεις εβδομάδες, εξοστράκισε από τη ζωή σου πολύ περισσότερα από την ίδια την πρώην. Ξεφορτώσου όλες τις κάρτες της, τα δώρα, σβήσε τα μηνύματά της στο κινητό σου, εξαφάνισε τα πράγματά της από το σπίτι σου, με λίγα λόγια, όλα όσα σου θυμίζουν ότι κάποτε μοιραζόσουν μαζί της τη ζωή σου. «Διαφορετικά» λέει η Fisher «είναι σαν να προσπαθείς να κόψεις το ποτό ενώ μπροστά σου φιγουράρουν γεμάτα μπουκάλια».

Να μία συνηθισμένη λέξη σε αυτές τις περιπτώσεις: αλκοόλ. Το να πίνεις μέχρι να σβήσεις τη μνήμη ενός χαμένου έρωτα είναι μία κλασική στρατηγική αντιμετώπισης του χωρισμού που ακολουθούν οι άντρες. Το κακό είναι ότι απλώς δεν δουλεύει. Το αλκοόλ είναι καταθλιπτική ουσία. Οπότε αν είσαι ήδη θλιμμένος, ξεκινώντας να πίνεις, πολύ απλά θα πέσεις σε ακόμα βαθύτερη μελαγχολία.

Οπως έδειξε έρευνα του 2009, ακόμα και συγκριτικά μικρές δόσεις αλκοόλ μπορούν να αυξήσουν την πιθανότητα κάποιος να επιδείξει παρορμητική, επιθετική συμπεριφορά, λόγω του ότι μπλοκάρει τα συστήματα του εγκεφάλου, που υπό κανονικές συνθήκες ελέγχουν αυτού του είδους τις συμπεριφορές. Το αλκοόλ είναι εξαιρετικά αποτελεσματικό στο να αλλοιώσει τις καλές προθέσεις, όταν, όπως το θέτουν οι εισηγητές της έρευνας «η παρακώλυση μιας συμπεριφοράς βρίσκεται σε σύγκρουση με την ισχυρή υποκίνηση να επιδειχθεί η συγκεκριμένη συμπεριφορά». Μετάφραση: όταν είσαι πληγωμένος, αλλά νηφάλιος, σκέφτεσαι: «Θέλω πολύ να ακούσω τη φωνή της, αλλά ξέρω ότι στο τέλος θα καταλήξω να νιώθω χάλια». Δύο μπύρες μετά σκέφτεσαι: «Πού είναι το τηλέφωνο;».

Από την άλλη, η άσκηση είναι ένα πολύ πιο ασφαλές και αποτελεσματικό βάλσαμο για τον πόνο. Οπως έλεγα πιο πριν, η ερωτική απογοήτευση πλημμυρίζει τον εγκέφαλο με ορμόνες του στρες, όπως η νορεπινεφρίνη, που μας προετοιμάζουν για «μάχη ή φυγή». Πιθανότατα μάλιστα κατατροπώνει τη σεροτονίνη, λέει η Fisher, προσκαλώντας τόσο καταθλιπτικές όσο κι εμμονικές ιδέες να εγκατασταθούν στον εγκέφαλό μας. Ευτυχώς, η άσκηση εξαφανίζει το στρες -πιθανότατα ανεβάζοντας τη σεροτονίνη- και προσθέτει μία μπόνους δόση ενδορφινών, που ανεβάζουν τη διάθεση στην πορεία.

Μια σχέση -που σύμφωνα με πολλούς άντρες θα τους βοηθήσει περισσότερο απ’ όλα- είναι με μία νέα ερωτική σύντροφο. Κατά πόσο βοηθάει με θεμιτό τρόπο κάτι τέτοιο παραμένει ένα θέμα αρκετά αμφιλεγόμενο. «Για τους άντρες» λέει ο Buss «η εκτίμησή μου είναι ότι, όντως, η καλύτερη θεραπεία για το χωρισμό είναι μία καινούργια σχέση. Ή, αν αυτό δεν είναι εφικτό, μερικές φορές και το νέο σεξ είναι αρκετό για το μεσοδιάστημα».

Αλλοι ερευνητές έχουν αμφιβολίες, ιδιαίτερα για το στάδιο της διαμαρτυρίας, όταν νιώθεις αυτό το βαθύ δέσιμο με το πρόσωπο που σε εγκατέλειψε. «Αν είσαι ακόμη τρελός από έρωτα» λέει η Fisher «καμία άλλη δεν σου κάνει». Επειτα από κάποιο αδιευκρίνιστο χρονικό διάστημα ανακαλύπτεις ότι πέρασες μία ώρα χωρίς το φάντασμά σου. Σταματάς να χάνεις βάρος. Η ζυγαριά δείχνει ότι μπορεί και να έχεις πάρει ένα κιλό από τα δέκα που έχασες. Κοιτάζεις το πρόσωπό σου στον καθρέφτη και νιώθεις λιγότερο έκπληκτος από τα χάλια σου.

Για άλλη μία φορά η αναλαμπή δεν κρατάει για πολύ. Πάλι κάτι θα σου θυμίσει εκείνη. Από αυτήν την άποψη, ο κόσμος είναι ένα απέραντο ναρκοπέδιο για πολύ καιρό. Ακόμη κι αν μπορέσεις να βγάλεις ολόκληρη εβδομάδα χωρίς εκείνη να έχει κάνει κατάληψη στο μυαλό σου, δεν είσαι ακόμη ασφαλής. Ισως, όπως την πάτησα κι εγώ αρκετές φορές, θα πέσεις πάνω της παρά κάθε φιλότιμη προσπάθειά σου να μην έχεις καμία απολύτως επαφή μαζί της. Ισως τη δεις με κάποιον άλλο και σου φανούν μια χαρά πιτσουνάκια. Πάνω που νόμιζες ότι επιτέλους άρχισες να την ξεπερνάς, τώρα ξέρεις ότι απέχεις πολύ από αυτό.

Ο πόνος μοιάζει απαράλλαχτος με πριν κι όμως, κάτι έχει αλλάξει. Η πληγή πονάει ακόμη, αλλά δεν είναι πια φρέσκια ούτε και τόσο βαθιά.
Με αυτόν τον τρόπο προχωράς, αργά και σταδιακά, μέχρι τη μέρα που έχεις περάσει σε άλλη φάση χωρίς καν να το καταλάβεις.

Μετά τα καθιερωμένα πλέον 4 χιλιόμετρα κολύμβησης της Παρασκευής μπαίνω στο τζακούζι να χαλαρώσω με τους κολλητούς μου. Ενώ προσπαθώ να βάλω μία σακούλα με πάγο στον ώμο μου, μια γυναίκα, που είδα σήμερα για πρώτη φορά, βγαίνει από την πισίνα και μας πλησιάζει. Το ζεστό φως του απογευματινού ήλιου λούζει τη λυγερή σιλουέτα της. Για πρώτη φορά, μετά από δεν ξέρω κι εγώ πόσο καιρό, η καρδιά μου ανεβάζει παλμούς στη θέα ενός γυναικείου κορμιού.

Είναι απίστευτα όμορφη: έχει καμπύλες, αλλά είναι ελαφρώς μυώδης, έχει καστανά μάτια, μακριά, πλούσια, καστανά μαλλιά, σαρκώδη χείλη. Σίγουρα έχω δει εκατοντάδες αντικειμενικά όμορφες γυναίκες στον ενάμιση χρόνο που έχω χωρίσει με τη Στέλλα. Όμως αυτή είναι η πρώτη που ξύπνησε κάτι μέσα μου. Την πρωτοείδα μες στην πισίνα και, μεταξύ μας, αυτή ευθύνεται για τον πονεμένο ώμο μου. Τόσο είχα χαζέψει να την κοιτάζω κάτω από το νερό, που πήγα κι έπεσα πάνω στο τοίχωμα.

«Γεια» λέει σε όλους μας. Καθώς μπαίνει στο τζακούζι, ο μηρός της αγγίζει τον δικό μου και σκέφτομαι ότι σε λίγο θα πρέπει να βάλω τον πάγο κάπου αλλού. «Με λένε Χριστίνα. Συνήθως έρχομαι για κολύμπι με το πρωινό γκρουπ». Οι φίλοι μου αμέσως πέφτουν με τα μούτρα να την εντυπωσιάσουν. Εγώ πάλι έχω σχεδόν ξεχάσει πώς να φλερτάρω, οπότε απλώς της λέω «γεια» κι απολαμβάνω το σκηνικό. Ο φίλος μου, ο Μιχάλης, σχολιάζει ότι το πρωινό γκρουπ ξεκινάει στις 5.00. «Πώς τα καταφέρνεις να σηκωθείς από το κρεβάτι σου και να έρθεις για κολύμπι μες στα σκοτάδια;» ρωτάει τη Χριστίνα. Εκείνη χαμογελάει και ανασηκώνει χαριτωμένα τους ώμους της. «Το παραδέχομαι» λέει κοιτάζοντας το ηλιοβασίλεμα «η θέα είναι πιο ωραία αυτήν την ώρα». «Πρέπει να έρχεσαι τα απογεύματα πιο συχνά» λέω κοιτάζοντάς την. «Να έχουμε κι εμείς μια θέα να απολαύσουμε». Το γλυκανάλατο σχόλιό μου την έκανε να κοκκινίσει. Λίγους μήνες αργότερα, ενώ είμαστε ξαπλωμένοι στο κρεβάτι και νιώθω ευτυχισμένος, η Χριστίνα μου ομολογεί ότι το κομπλιμέντο ήταν που της κίνησε το ενδιαφέρον.

Στη διάρκεια της χειρότερης ερωτικής απογοήτευσης που έχω ζήσει στη ζωή μου ήμουν σχεδόν πεπεισμένος ότι είχα καταστραφεί συναισθηματικά μια για πάντα. Όταν επιτέλους είμαστε έτοιμοι να προχωρήσουμε, ανακαλύπτουμε ότι είμαστε πιο σοφοί, με μεγαλύτερη κατανόηση και με γνώση τού πόση δύναμη έχει ο έρωτας στις ζωές μας. Είμαστε φτιαγμένοι ώστε να αγαπάμε ξανά και ξανά, λέει η Helen Fisher, κι από την εμπειρία μου δεν μπορώ παρά να συμφωνήσω. Τώρα ξέρω ότι ένα μέρος της Στέλλας θα ζει πάντα μες στην καρδιά μου, αλλά με τον νέο έρωτα στη ζωή μου, αυτό δεν με ενοχλεί. Για την ακρίβεια νιώθω ευγνώμων κι εύχομαι να με έχει συγχωρήσει κι εκείνη, όπως την έχω επιτέλους συγχωρήσει κι εγώ.

Share:

Δείτε Επίσης:

Μενού