Τι παίρνεις όταν δίνεις

Category: General

Θέλεις με μία κίνηση να γίνεις πιο ελκυστικός στο αντίθετο φύλο, να βελτιώσεις την αυτοπεποίθησή σου, να ενισχύσεις το ανοσοποιητικό σου σύστημα και να νικήσεις την κατάθλιψη; Γίνε εθελοντής!

Η ηλικία των 30 μου φάνηκε καλή για να τακτοποιήσω το ισοζύγιο της παρουσίας μου πάνω στη Γη. Αλλοι μεθάνε, άλλοι κάνουν simulations μπάτσελορ, κάποιοι απελπίζονται νομίζοντας ότι η ζωή τους τελείωσε (ή τουλάχιστον νομίζουν ότι το τέλος είναι κοντά). Εγώ αποφάσισα να κάνω έναν απολογισμό. Η ζωή μου στη δεκαετία των 20 είχε μερικές πολύ δύσκολες περιόδους, όπως όταν σπούδαζα κι έπρεπε να επιζήσω με 230 ευρώ το μήνα σε τουριστική περιοχή. Αλλά τα πράγματα τώρα τελευταία έχουν αρχίσει να παίρνουν την πάνω βόλτα, τόσο καλά που ένιωσα ότι έπρεπε να προσφέρω κι εγώ κάτι σαν αντάλλαγμα στον κόσμο.

Δεν είμαι κακός άνθρωπος. Σηκώνομαι στο μετρό για να κάτσουν οι γιαγιάδες. Περνάω τυφλούς απέναντι, δίνω κέρματα σε πρεζόνια κι άστεγους έχοντας πλήρη συνείδηση ότι τα λεφτά μου δεν θα πάνε στο φαγητό τους. Αφήνω κόσμο να περάσει όταν δεν έχει STOP και λέω σε τυπάδες που έχουν δύο αντικείμενα στην ουρά στο ταμείο να περάσουν μπροστά. Αλλά όλα αυτά μου φαίνονται πλέον κάπως Γ’ Εθνική. Αυτονόητα. Νιώθω σαν τον Μάικλ Τζόρνταν όταν έπαιζε 5 χρόνων με το τόπι του και σκεφτόταν «Σίγουρα υπάρχει κάτι παραπάνω». Πίσω από την επόμενη γωνία τον περίμενε μία μπάλα του μπάσκετ. Αυτό που χρειάζομαι στην ουσία είναι να γίνω καλύτερος πιο γρήγορα. Ενας γοργοπόδαρος Σαμαρείτης.

Ετσι, αποφάσισα να πάρω στα σοβαρά τον αλτρουισμό μου, να επιτεθώ στην απάθεια και τον εγωισμό. Θέλω τα προσκοπάκια να με βλέπουν και να τρώνε τα μαντίλια τους από τη ζήλεια τους. Με τον καλό τρόπο, εννοείται.

Ερευνες έχουν δείξει ότι ο αλτρουισμός θα έπρεπε να μας έρχεται από φυσικού. Φαίνεται ότι είναι ένα από τα πράγματα, τα οποία είναι εντυπωμένα στον εγκέφαλό μας – τουλάχιστον στους περισσότερους από εμάς. Σύμφωνα με το νευροεπιστήμονα Donald Pfaff, κάποια συγκεκριμένα εγκεφαλικά σήματα μας κάνουν να αντιλαμβανόμαστε τις πράξεις μας σαν να ήμασταν εμείς οι αποδέκτες τους. Ο Pfaff, επικεφαλής του εργαστηρίου νευροβιολογίας και συμπεριφοράς του πανεπιστημίου Rockefeller, έγραψε το βιβλίο The Neuroscience of Fair Play: Why We (Usually) Follow the Golden Rule.

Η επιταγή «Μην κάνεις στους άλλους αυτό που δεν θες να σου κάνουν» φαίνεται ότι είναι ένα από τα πράγματα, που βοήθησε το είδος μας να υπερβεί τα εξελικτικά εμπόδιά του. Αυτή η ανάγκη φαίνεται ότι ενισχύεται από διάφορες χημικές ενώσεις, που μας κάνουν να αισθανόμαστε καλύτερα (σεροτονίνη, οξυτοκίνη και ντοπαμίνη), τις οποίες παράγει ο εγκέφαλός σου όταν βοηθάς κάποιον άλλο. Θα σε κάνουν να αισθανθείς καλύτερα και θα ενισχύσουν το ανοσοποιητικό σου σύστημα.

Αρα ξέρω ότι να βοηθάω τους άλλους συμφέρει το μυαλό, το σώμα και το πνεύμα μου. Αυτό που δεν ξέρω είναι πώς να ξεκινήσω.

Το σαφάρι του αλτρουισμού ξεκινά
Οταν τελικά φτάνω σε μερικά από τα μέρη που δέχονται εθελοντές, βρίσκω ότι οι περισσότερες είναι γυναίκες. Δεδομένου του χώρου, μία ασφαλής σκέψη είναι ότι αυτές είναι καλές γυναίκες. Δεδομένου του ελεύθερου χρόνου, που φαίνεται πως έχουν, μάλλον είναι και χωρίς σχέση. Το να είσαι καλός δεν είναι και τόσο κακό τελικά.

Υπάρχουν διάφορα προγράμματα, από τα οποία μπορείς να διαλέξεις: παρέα σε κατάκοιτους ηλικιωμένους, ορφανά, παιδιά με ειδικές ανάγκες, επανένταξη φυλακισμένων, μαθήματα ελληνικών σε μετανάστες, άσυλα αδέσποτων ζώων, διάσωση φώκιας, τραυματισμένα ζώα, ο κόσμος είναι γεμάτος από δυστυχία.

Οι φίλοι μου δεν εντυπωσιάζονται. Δεν μπορώ να έρθω στο πάρτι, τους λέω. Πρέπει να βοηθήσω αυτούς που το έχουν ανάγκη.«Α, για το άρθρο εννοείς;» μου λένε.«Μπορεί, αλλά προτιμώ να το δω και σαν μία ευκαιρία να προσφέρω κι εγώ λίγο από το χρόνο μου σε αυτούς που τον χρειάζονται».

«Ωραία, καλή επιτυχία με το άρθρο σου» μου λένε.

Αδέσποτες βόλτες
Δεν μου αρέσουν τα σκυλιά. Θεωρώ ότι είναι τεράστια, τριχωτά, αηδιαστικά πλάσματα. Η κοπέλα μου, όμως, υιοθέτησε ένα κουτάβι και είπα να τους δώσω άλλη μία ευκαιρία. Πήγα σε ένα από τα καταφύγια αδέσποτων, που δεν τα πηγαίνουν για ευθανασία. Μερικά από τα σκυλιά εκεί πέρα μένουν για χρόνια, άρα πρέπει να ταΐζονται και να πηγαίνουν βόλτες διαρκώς.

Πλησιάζοντας το καταφύγιο περιμένω να δω ένα σωρό από μπασταρδάκια, αλλά αποδεικνύεται ότι υπάρχουν και πολλά σκυλιά ράτσας. Χαμένα ή παρατημένα, είναι μάρτυρες της ματαιοδοξίας και του τηλεοπτικού τρόπου, με τον οποίο αντιμετωπίζουμε πια τα ενδιαφέροντά μας. Κάπως σαν ζάπινγκ. Βασικά είναι λίγο δύσκολο να μεταδώσω το πόσο λίγο εντυπωσιάζει ένα καθαρόαιμο Χάσκι ή Δαλματίας όταν έχει μείνει μία εβδομάδα στο κλουβί του. Ο Ηλίας Τ., ένας από τους υπεύθυνους του καταφυγίου, με κατευθύνει στη Λουκία, ένα αξιαγάπητο Λαμπραντόρ, του οποίου είναι η σειρά να πάει τη βόλτα του. Του φοράμε το λουρί και ο Ηλίας μού δίνει κάποια σακουλάκια σε περίπτωση που η Λουκία θελήσει να ρίξει λίγο λίπασμα στο αττικό χώμα. Εύχομαι να μη χρειαστεί να τις χρησιμοποιήσω.

Αυτή είναι η μοναδική μη ανθρώπινη εθελοντική αποστολή μου. Καταλαβαίνω πόσο εύκολο είναι να είσαι καλός με τους μαλλιαρούς φίλους μας. Δεν πρόκειται να σε προδώσουν ποτέ. Αρχίζω να σκέφτομαι: άραγε είμαστε οι μόνοι στο ζωικό βασίλειο που φερόμαστε σύμφωνα με τα συμφέροντα των άλλων; Θα μπορούσε.

«Ειδικά οι μητέρες θηλαστικών τρέφουν, υπερασπίζονται και φροντίζουν τα μικρά τους με μεγάλη αυτοθυσία» σου λέει ο Carlos David Navarette, καθηγητής ψυχολογίας του Πολιτειακού Πανεπιστημίου του Μίσιγκαν. Οι χιμπατζήδες μπορούν να φέρονται αλτρουιστικά σε μη συγγενείς τους, αλλά «οι άνθρωποι ίσως είναι οι μοναδικοί που επιδίδονται σε ομαδική αλτρουιστική συμπεριφορά, η οποία δεν ανταποδίδεται μέσα από τη συνέχιση των γονιδίων συγγενών ή με τη βοήθεια κάποιου φίλου».

Η Λουκία αρχίζει να ξεφορτώνει το γαστρεντερικό της σύστημα και μένα μου έρχεται εμετός. Σκύβω και μαζεύω τα κόπρανα. Μία 20χρονη κοπέλα σταματάει και μου λέει: «Ωραίο σκυλί!». Τις περισσότερες φορές δεν τα καταφέρνω με τις κοπέλες σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα, πόσω μάλλον τώρα που αισθάνομαι τη ζεστασιά της Λουκίας να απλώνεται στην παλάμη μου μέσα από το σακουλάκι και αγωνίζομαι να κρατήσω το πρωινό μου στο στομάχι μου. Νεύω δυσκοίλια και συνεχίζω τη βόλτα μου.

Διαβάζοντας σε υπερήλικεςΕίμαι σε άλλο ένα δωμάτιο γεμάτο γυναίκες. Αυτές εδώ είναι πολύ μεγάλες γυναίκες, ηλικιακά. Είμαι σε ένα γηροκομείο κι έχω έρθει για να συμμετάσχω σε ένα πρόγραμμα, στη διάρκεια του οποίου εθελοντές διαβάζουν βιβλία σε υπερήλικες, που είτε δεν μπορούν να διαβάσουν πια είτε ποτέ δεν είχαν την ευκαιρία. Για πολλούς από τους ενοίκους, οι εθελοντές σαν και μένα είναι οι μόνοι επισκέπτες που έχουν – είμαστε κάπως σαν μία ανάδοχη οικογένεια.

«Οι ένοικοι σε αυτόν τον όροφο δεν θα είναι εδώ για πολύ ακόμη» μου λέει η επικεφαλής του προγράμματος ανάγνωσης. Ερχεται εδώ επί 12 χρόνια κάθε εβδομάδα κι εκτιμά ότι έχει διαβάσει πάνω από 300 βιβλία σε διάφορους ενοίκους. Εχει δει πολλούς να φτάνουν στο τέλος του δρόμου και λέει ότι προτιμά να σκέφτεται ότι έχουν μεταφερθεί σε κάποιο άλλο ίδρυμα.

Με πηγαίνει στον κύριο Δημήτρη, έναν ξινό 80χρονο κύριο, ο οποίος με το που με βλέπει αρχίζει να γκρινιάζει:«Μα αυτός δεν είναι Ισπανός. Εγώ ζήτησα Ισπανό».«Δεν μπορούσαμε να βρούμε Ισπανό, κύριε Δημήτρη, και φέραμε τον Παναγιώτη, θα τα πάει αρκετά καλά».«Χμφ!».

Μου δίνει μία δίγλωσση έκδοση Μπόρχες και αποφασίζω να του διαβάσω στα ισπανικά, αν και δεν έχω ιδέα από τη γλώσσα, πέρα από κάποιες ισπανικές επαφές τρίτου τύπου στα νησιά. Αν και συνεχίζει να γκρινιάζει, μετά από λίγο τον συνεπαίρνουν οι ακροβατισμοί του μεγάλου Αργεντινού μάστορα και σταματά να με διορθώνει στις λέξεις τις οποίες κάνω λάθος. Μου φαίνεται παράξενο να διαβάζω τις φαντασιώσεις ενός τυφλού ελιτιστή σε έναν 80χρονο πρώην εφοριακό σε μία γλώσσα που δεν καταλαβαίνω. Μου φαίνεται σχεδόν παρανοϊκό. Παρόλα αυτά, μέχρι να τελειώσει ο «Φούνες ο μνήμων» αισθάνομαι υπέροχα και ο κύριος Δημήτρης έχει κλείσει τα μάτια και χαμογελάει, κάνοντας κάπου κάπου εμβριθή σχόλια για τη ζωή και τη μνήμη. Αν και το σώμα του δεν φαίνεται να τα πηγαίνει και πολύ καλά (είναι κατάκοιτο εδώ κι έξι μήνες), το μυαλό του είναι κοφτερό και φαίνεται ότι θα παραμείνει έτσι.

Διαβάζουμε δύο ακόμα ιστορίες και σηκώνομαι να φύγω. Είναι βράδυ Κυριακής. Δεν ξέρω αν είναι αυτό το τελευταίο, ιδιαίτερα συγκινητικό σκέλος της εθελοντικής εβδομάδας μου ή η προσθετική επίδραση μίας ολόκληρης εβδομάδας καλών πράξεων, αλλά αρχίζω να νιώθω τις θετικές επιδράσεις που είχε αναφέρει η Rubinstein. Νιώθω πιο ικανός και πιο αποτελεσματικός. Νιώθω ότι ανήκω σε κάτι μεγαλύτερο από μένα, καθώς μπορώ να διαχειριστώ το στρες μου και να δω τους άλλους πιο ανεκτικά. Οι φαρμακευτικές εταιρείες θα έπρεπε να με τρέμουν. Είμαι η ζωντανή απόδειξη μιας καλύτερης ζωής χωρίς καμία από τις παρενέργειες.

«Πιστεύω ότι ο εθελοντισμός βοηθάει στην καταπολέμηση της κατάθλιψης, στην αύξηση της αυτοπεποίθησης και στην απόκτηση κάποιου νοήματος στη ζωή μας» σου λέει η Rubinstein. «Οταν φροντίζουμε τους άλλους, φροντίζουμε τους εαυτούς μας».

Αφανείς ήρωες
Ηταν μία έντονη εβδομάδα. Εκτός από το να βάψω το σχολείο, να ταΐσω άστεγους, να διδάξω ελληνικά σε μετανάστες, να πάω βόλτα τα αδέσποτα και να διαβάσω σε ανθρώπους που έχουν την τριπλάσια ηλικία από μένα, πήγα σε ένα ίδρυμα με παιδιά με ειδικές ανάγκες και βοήθησα στην αναστήλωση μίας εκκλησίας στο Καρπενήσι.

Επίσης, βοήθησα έναν τύπο να ετοιμάσει το βιογραφικό του, το οποίο είχε μία τρύπα 15 χρόνων, που συμπεριλάμβανε κι εγκλεισμό σε φυλακή. Ηταν γοητευτικός και μορφωμένος. Ηθελε να γίνει επιστάτης σε κάποιο κτίριο και κάναμε το βιογραφικό του λίγο πιο ελκυστικό. «Το εκτιμώ ότι με βοήθησες. Ελπίζω κι εγώ κάποια στιγμή να τα πάω αρκετά καλά, έτσι ώστε να μπορέσω να βοηθήσω κάποιους άλλους» μου είπε.

Θα θυμάμαι την αντίδρασή του για πάντα. Παραδέχομαι ότι από τη στιγμή που τελείωσα το άρθρο δεν έχω συνεχίσει να πηγαίνω σε εθελοντικούς σκοπούς. Οι φίλοι μου είχαν δίκιο που με υποπτεύονταν – όλη η δουλειά ήταν για το άρθρο. Η εμπειρία, όμως, με άλλαξε. Αλλαξε τον τρόπο με τον οποίο μπορώ να μπω στη θέση του άλλου και πως οι δεξιότητές μου μπορούσαν να βοηθήσουν κάποιους άλλους ανθρώπους.

Ο Gregory Webster, καθηγητής ψυχολογίας του Πανεπιστημίου της Φλόριντα, σημειώνει ότι, ενώ οι ηρωικές πράξεις προς ξένους τραβούν την προσοχή των μέσων μαζικής ενημέρωσης, οι συνηθισμένες καθημερινές πράξεις φιλανθρωπίας περνούν απαρατήρητες. «Είναι σχεδόν αυτονόητες» σου λέει. «Είναι πλεγμένες στο πολιτιστικό κουβάρι μας με τη μορφή κοινωνικών συμπεριφορών. Είναι αυτές οι καθημερινές, μικρές πράξεις, που μας έχουν κάνει το κυρίαρχο είδος του πλανήτη».

Εν τω μεταξύ, έφυγα από το κέντρο, άρα δεν βλέπω παντού γύρω μου τα σημάδια της ανθρώπινης απόγνωσης. Εχω προσφέρει κάποια χρήματα αντί για χρόνο ξέροντας ότι ακόμα κι ένα μικρό ποσό θα προσφέρει πολλά. Με την οικονομία σε ελεύθερη πτώση ξέρω ότι σχεδόν οποιοσδήποτε (χωρίς να βγάζω τους φίλους μου από την εξίσωση) θα μπορούσε σύντομα να χρειαστεί μία αλτρουιστική πράξη.

Πριν από αυτήν την εβδομάδα, θα είχα απορρίψει αυτούς που είχαν την ανάγκη μου σαν άσχετους με τη δική μου ζωή. Εχω αλλάξει αυτήν τη γνώμη και καταλαβαίνω ότι μία κοινωνία βυθίζεται ή ξεπερνά τα προβλήματά της μαζί, όχι ο καθένας μόνος του. Εχω αρχίσει να σέβομαι τρομερά τους αφανείς ήρωες, που με την εθελοντική δράση τους κάνουν λίγο πιο εύκολο αυτόν τον κόσμο γι’ αυτούς που έχουν ανάγκη. Ελπίζω να μπορέσω κάποια στιγμή να τους φτάσω. Αρκεί να μη συμπεριλαμβάνει σκυλιά.

Share:

Δείτε Επίσης:

Μενού